Βερεσέ με το δεφτέρι
Ο Σπήλιος ο Ντέμος ψώνιζε από το μαγαζί του Θανάση του Τυχερού σχεδόν πάντα βερεσέ και τα γράφανε στο μπακαλοδέφτερο. Κάποτε λοιπόν καθίσανε να λογαριαστούνε. Ο Θανάσης μέσα από το πάγκο ξεφυλλίζει το τσαλακωμένο δεφτέρι του διαβάζοντας τα ψώνια ένα-ένα κι ο Σπήλιος απέξω ακούει τα χρέη του και σχολιάζει :
- «Μια οκά αλάτι»! «Μάλιστα, εφτούνο βάλτο Θανάση, το θυμάμαι, είχε ζύμωμα η κυρά μου» συμφωνεί ο Σπήλιος.
- «Μια οκά λάδι»! «Τι λες Θανάση? αμπότε η Σπήλιαινα έφτιασε χαλβά στο σπίτι και δε το θυμάμαι ’γω»?
- «Ένα κουτί σπίρτα»! «Εφτούνο μάλιστα! δε στ’ αρνιέμαι, γιατί ’γω έχω καλό θυμητικό»!!!
- «Μια σακίνα αλεύρι»! «Ούτε φτούνο Θανάση! Από πότε του λόγου σου έγινες αλευροπώλης? Στο χωριό αλευροπώλη το Σιατή ξέρουμε»!!!
- «Μια πήχη αλατζιά»! «Βάλτο και φτούνο, μάλιστα, το ψώνισα για τη ποδιά της τσιούπας»!!!
Προχωρώντας ο Θανάσης στο δεφτέρι του, ο Σπήλιος άκουγε και παραδεχότανε τα πιο φτηνά που είχε ψωνίσει. Τα ακριβά δεν τα θυμότανε!!!
Μετά από πολλές αντιδικίες και πάρε-δώσε, ο Θανάσης ο Τυχερός διαβάζει κατακόκκινος από το θυμό του και το τελευταίο :
- «Τρεις οκάδες πετρέλαιο»!
Τον κοιτάει καλά-καλά ο Σπήλιος ο Ντέμος και έξω φρενών του λέει :
- «Ό,τι σου κατεβάσει γράφεις Θανάση! Αμπότε η Σπήλιαινα είχε φωτοχεσίες και ’γω δε το πήρα χαμπάρι»?
Πηγή : Κώστας Χρ. Βούτας
Περιοδικό ΤΡΟΠΑΙΑ, τεύχος 11